
Το κύμβαλο (τσίμπαλο) είναι λαϊκό όργανο της Ελλάδας, των Βαλκανίων και της Κεντρ. Ευρώπης. Κατάγεται από το περσικό santur ή το βυζαντινό ψαλτήριο. Εμφανίζεται το Μεσαίωνα στην Ουγγαρία και Ρουμανία σαν φορητό τραπεζοειδές όργανο που παίζεται με ξύλινους επικρουστήρες (μπαγκέτες) από τσιγγάνους μουσικούς. Από το 16ο – 17ο αι. γίνεται βασικό όργανο συνοδείας των λαϊκών ορχηστρών των χωρών αυτών , συμπληρώνοντας αρμονικά και ρυθμικά το πρώτο βιολί. Το 1874, ο Ούγγρος οργανοποιός J.V.Schunda κατασκεύασε το πρώτο κύμβαλο κονσέρτου (concert cimbalom) αυξάνοντας τη μουσική του έκταση σε τέσσερεις οκτάβες , προσθέτοντάς του πεντάλ για έλεγχο της αντήχησης, και τέσσερα βιδωτά πόδια. Στα τέλη του 19ου αλλά και τον 20ο αι, συνθέτες όπως ο Ι.Stravinsky, συνέθεσαν για το κύμβαλο. Στην Ελλάδα, χρησιμοποιήθηκε πολύ στις δημοτικά και λαϊκά μουσικά σύνολα, όπως αποδεικνύεται από την έρευνα της δισκογραφίας των 78 στροφών. Διαδόθηκε στα αστικά κέντρα της Ρουμανίας στα χρόνια των Φαναριωτών ηγεμόνων και συγκεκριμένα από την αυλή του Αλέξανδρου Υψηλάντη (1726 – 1806). Το κύμβαλο παιζόταν στα μεγάλα αστικά κέντρα της Μ. Ασίας (Σμύρνη, Αϊβαλί), στην Άνδρο, τη Σάμο και λιγότερο στη Χίο. Το βρίσκουμε επίσης από πολύ παλιά στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, ειδικότερα στην περιοχή της Λειβαδιάς, αλλά και στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία.
Τα μαθήματα παραδίδει ο μουσικός Αλέξανδρος Διακογιάννης, μέλος της Λαϊκής Ορχήστρας Σάμου (Λ.Ο.Σ.).
Η έναρξη όλου του τμήματος Παραδοσιακής και Λαϊκής Μουσικής ξεκινάει από τον Οκτώβρη 2021. Για λεπτομέρειες πατήστε εδώ.
Για να δείτε τους καθηγητές του φετινού προγράμματος πατήστε εδω.